그리스어 편집

  • 여성
  단수 복수
주격 η πόρτα οι πόρτες
소유격 της πόρτας των πόρτων
목적격 την πόρτα τις πόρτες
호격   πόρτα   πόρτες


IPA [ˈpɔˑrta]