그리스어 편집

  • 여성
  단수 복수
주격 η λέξη οι λέξεις
소유격 της λέξεως (-ης) των λέξεων
목적격 τη λέξη τις λέξεις
호격   λέξη   λέξεις


IPA [ˈlɛksi]